Ο Όσκαρ Κοκόσκα (Oskar Kokoschka, 1 Μαρτίου 1886 – 22 Φεβρουαρίου 1980), ήταν Αυστριακός καλλιτέχνης, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, γνωστός για τα εξπρεσιονιστικά του τοπία και πορτρέτα.Η καριέρα του σημαδεύτηκε από τα πορτρέτα βιεννέζικων διασημοτήτων τα οποία ζωγράφισε με ένα νευρώδες και ζωηρό στυλ. Υπηρέτησε στον αυστριακό στρατό κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στον οποίο και τραυματίστηκε σοβαρά. Παρά το γεγονός ότι την περίοδο της νοσηλείας του οι γιατροί διέγνωσαν σοβαρή διανοητική αστάθεια, ο Όσκαρ Κοκόσκα συνέχισε την καριέρα του ως καλλιτέχνης, ταξιδεύοντας σε ολόκληρη την Ευρώπη και ζωγραφίζοντας τοπία.
Η τέχνη του Όσκαρ Κοκόσκα θεωρήθηκε από τους Ναζί ως εκφυλισμένη. Οι Ναζί χρησιμοποιούσαν τον χαρακτηρισμό αυτό για πολλά έργα του Μοντερνισμού θεωρώντας τα μη γερμανικά ή και εβραιοκομμουνιστικά. Για τον λόγο αυτό οι καλλιτέχνες που δημιουργούσαν τέτοια έργα υφίσταντο διώξεις. Έχοντας χαρακτηριστεί ως “επικίνδυνος” καλλιτέχνης, ο Όσκαρ Κοκόσκα διέφυγε από την Αυστρία στην Πράγα το 1934. Εκεί ίδρυσε τον Σύλλογο Όσκαρ Κοκόσκα μαζί με άλλους εκπατρισμένους καλλιτέχνες.
Τα όψιμα χρόνια του Κοκόσκα “δηλητηριάστηκαν” από την περιθωριοποίησή του στην Ιστορία της Τέχνης. Δεν ήταν ο μόνος που θεωρούσε ότι του άξιζε η αναγνώριση ως ενός από τους πιο σημαντικούς καλλιτέχνες του 20ου αιώνα.
Το συγγραφικό έργο του είναι εξίσου παράξενο κι ενδιαφέρον με το εικαστικό του έργο. Τα απομνημονεύματά του που φέρνουν τον τίτλο Μια θάλασσα περιτριγυρισμένη από Οράματα, είναι ένα άγριο ψυχεδελικό κείμενο, γραμμένο υπό την επήρεια παραισθησιογόνων ουσιών. Το σύντομο θεατρικό του έργο Δολοφόνος, η ελπίδα των γυναικών, μελοποιήθηκε δέκα χρόνια αργότερα από τον Πάουλ Χίντεμιτ και αποκαλείται συχνά ως το πρώτο εξπρεσιονιστικό δράμα. Το έργο του Ορφέας κι Ευρυδίκη (1918) αποτέλεσε το λιμπρέτο για την ομώνυμη Όπερα του Έρνστ Κρένεκ, που αποτελεί το πρώτο δείγμα Προγραμματικής Μουσικής.