Το Μουσείο είναι προσωρινά κλειστό λόγω εργασιών

Κουλεντιανός, Κώστας (1918-1995)

Ο Κώστας Κουλεντιανός γεννήθηκε στην Αθήνα στις 21 Δεκεμβρίου του 1918. Σπούδασε στην Σχολή Καλών Τεχνών ΑΣΚΤ (1936-1939). Το 1940 γίνεται εθελοντής στο αλβανικό μέτωπο και στη συνέχεια συμμετείχε στην Αντίσταση (1941-1944).

Έφτασε στο Παρίσι πριν από 62 χρόνια, τον Δεκέμβρη του 1945, με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από τη σχολή Des Beaux Arts κι από το εργαστήρι του Zadkine στην Grande Chaumiere, αποφασίζει να εγκαταλείψει την ακαδημαϊκή αντίληψη της γλυπτικής που του είχε εμφυσήσει η ΑΣΚΤ.
Το 1947, η γνωριμία του με τον Henri Laurens, υπήρξε καθοριστική για την πορεία του. Τα έργα του πολλά από μολύβι, την εποχή εκείνη δείχνουν την επιρροή του μεγάλου γλύπτη (1947-1952).

Από το 1952 αρχίζει να δουλεύει το σίδερο, με φόρμες στρογγυλεμένες και οργανικές. Σημαντική περίοδος με θέμα τους ακροβάτες (1952-1959). Μετά από τον τελευταίο ακροβάτη (1959), περνάει στην αφαίρεση. Το 1962 κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην περιώνυμη τότε Galerie de France. Χαρακτηριστικό στα γλυπτά αυτής της εποχής είναι η πρωτότυπη τεχνική που χρησιμοποίησε στην οξυγονοκόλληση με λυομένη μπρούτζινη βέργα. Ταυτόχρονα αρχίζει να συνεργάζεται με αρχιτέκτονες για την ένταξη της γλυπτικής στην αρχιτεκτονική φτιάχνοντας μεγάλα γλυπτά για δημόσια κτίρια και ανοιχτούς χώρους καθώς και επαναλαμβανόμενα διακοσμητικά στοιχεία σε γύψο, τσιμέντο ή μπετόν με καλούπια από πολυεστέρα.

Το 1966 μεταφέρθηκε στην κεντρική Γαλλία όπου έστησε το εργαστήρι του κατασκευάζοντας αργαλειούς για την παραγωγή πετασμάτων (ταπισερί) από δικά του σχέδια (1969-1975). Την ίδια περίοδο χρονολογούνται επίσης και τα πρώτα βιδωτά γλυπτά που θα καθορίσουν την τεχνική στη δουλειά του μέχρι τέλος της ζωής του. Διδάσκει στη Σχολή Διακοσμητικών Τεχνών στο Παρίσι (1975 – 1976) και εν συνεχεία στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μασσαλίας (1979-1980) μετά τη μετακόμιση του στη Νότια Γαλλία.

Την περίοδο (1979-1982) δημιούργησε μία καινούργια σειρά έργων με τίτλο Νέα Γενιά με την οποίαν αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στην Bienale της Βενετίας το 1980. Από τότε, και για τα 15 υπόλοιπα χρόνια της ζωής του, θα δουλέψει στην Ελλάδα εκθέτοντας συχνά, μέχρι την τελευταία του έκθεση, το 1991.

Ο Κουλεντιανός παραμένει στην ιστορία της γλυπτικής, «ένας τεχνίτης» με όλη τη σημασία της λέξης. Τα έργα του ξεκίνησαν από ένα ουσιαστικό θέμα, εκείνο της γυναικείας φιγούρας, γυμνής, καθιστής, ξαπλωμένης, όρθιας ακροβάτισσας, χορεύτριας. Στη συνέχεια, σταδιακά οδηγήθηκε στην αμφισβήτηση της παραδοσιακής αντίληψης και απελευθερώθηκε από συγκεκριμένες αναφορές στο ανθρώπινο σώμα, όπου το έργο υπηρετούσε πλέον όχι κάτι ορατό, αλλά τις εσωτερικές εκείνες δυνάμεις που ζητούσαν να εκφραστούν.
Πιστός στα λαμπρά πρότυπα που σημάδεψαν την εκπαίδευση του στην Ελλάδα, αγάπησε ιδιαίτερα την αρχαία ελληνική γλυπτική και δημιούργησε έργα λιτά, αυστηρά, ζωντανά, ισορροπημένα και γεμάτα δύναμη.


Έργα του στη συλλογή